Αλλαγές στον τομέα της διακυβέρνησης και στη σχέση της Κομισιόν με τα κράτη-μέλη φέρνει το "χειμερινό πακέτο" που παρουσιάστηκε πρόσφατα. Οι νέες προτάσεις της Κομισιόν θα της επιτρέψουν να ασκεί περισσότερο έλεγχο, άμεσα και έμμεσα, στις ενεργειακές πολιτικές που αναπτύσσουν τα κράτη-μέλη.
Πιο αναλυτικά, παρουσιάζοντας τις προτάσεις της για τις ΑΠΕ και την αγορά ηλεκτρισμού, η Κομισιόν πρότεινε την σύσταση μιας ενιαίας «Διακυβέρνησης της Ενεργειακής Ένωσης», προκειμένου να εξασφαλίσει την επίτευξη των στόχων, ιδίως τον κλιματικό και τον ενεργειακό στόχο για το 2030.
Όπως τονίζει, η εν λόγω πρωτοβουλία θα επιτρέψει την ευκολότερη δημιουργία εθνικών σχεδίων δράσης, μέσω της στενής παρακολούθησης των κρατικών σχεδιασμών από την πλευρά των Βρυξελλών. Μάλιστα, τονίζεται ότι αν η Κομισιόν διαπιστώσει κενά στις πολιτικές των κρατών-μελών για τις ΑΠΕ και την εξοικονόμηση ενέργειας, τότε θα μπορεί να προτείνει αυτοβούλως κατάλληλα μέτρα για την κάλυψη τους.
Η Κομισιόν δικαιολόγησε την απόφασή της ως εξής: "Οι κλιματικοί και ενεργειακοί στόχοι μπορούν να επιτευχθούν μονάχα μέσω μιας συνεκτικής και συντονισμένης δράσης - νομοθετικής και μη - στο ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο. Ο σχεδιασμός και η διαχείριση τέτοιων ευρέων δράσεων απαιτεί από την Ενεργειακή Ένωση να διαθέτει μια επαρκή διακυβέρνηση".
Με τον τρόπο αυτό, εξηγεί η Κομισιόν, "θα υπάρξει από την αρχή η εξασφάλιση ότι οι εθνικές προσπάθειες είναι φιλόδοξες και ικανές να πετύχουν τους στόχους της Ενεργειακής Ένωσης".
Η αρχή θα γίνει το 2018 με τη σύνταξη προσχεδίων από τα κράτη-μέλη, τα οποία θα λειτουργήσουν ως βάση για την πρώτη επισκόπηση από την πλευρά των Βρυξελλών, αλλά και για σχετικές προτάσεις εκ μέρους της. Στη συνέχεια, το 2021, τα κράτη-μέλη θα αρχίσουν να εφαρμόζουν τα σχέδιά τους και ο ρόλος της Κομισιόν θα είναι να παρακολουθεί την εφαρμογή.